«Πώς να χρησιμοποιώ σωστά τα ρήματα учиться (σπουδάζω), учить - выучить (μαθαίνω), учить – научить (μαθαίνω κάποιον), изучать – изучить (μελετάω) και учиться – научиться (αποκτάω ικανότητα); Ποια είναι η διαφορά μεταξύ τους»; Αυτές τις ερωτήσεις κάνουν πολλές φορές οι σπουδαστές της ρωσικής γλώσσας. Ας δούμε αυτά τα ρήματα αναλυτικά.
📌 Учиться (σπουδάζω), είναι πάντα Α.Ρ.Ο. (Ασυντέλεστη ρηματική όψη)
👉 Я учусь в университете.
📌 Учить – выучить (μαθαίνω κανόνες, ποιήματα, κείμενο κλπ), Α.Ρ.Ο – Σ.Ρ.Ο (Ασυντέλεστη ρηματική όψη - Συντελεσμένη ρηματική όψη)
👉 Я учу слова.
👉 Я выучил слова.
📌 Учить – научить (διδάσκω, μαθαίνω κάποιον), Α.Ρ.Ο – Σ.Ρ.Ο (Ασυντέλεστη ρηματική όψη - Συντελεσμένη ρηματική όψη)
👉 Отец учит меня плавать.
👉 Он научил меня плавать, когда мы были на море.
📌 Изучать – изучить (μελετάω), Α.Ρ.Ο – Σ.Ρ.Ο (Ασυντέλεστη ρηματική όψη - Συντελεσμένη ρηματική όψη)
👉 Я изучаю русский язык.
👉 Я хорошо выучил английскую грамматику, изучил также историю и начала географии.
📌 Учиться – научиться (αποκτώ ικανότητα), Α.Ρ.Ο – Σ.Ρ.Ο (Ασυντέλεστη ρηματική όψη - Συντελεσμένη ρηματική όψη)
👉 Я 5 лет учился играть на гитаре.
👉 Я научился плавать, когда мне было 5 лет.